Morgan Stanley: Οι τράπεζες θα πιάσουν τους στόχους στα NPEs

Τα βήματα ώστε να υπάρξει μια δραστική μείωση του βάρους των κόκκινων δανείων έχουν γίνει, αλλά τα εμπόδια παραμένουν, υποστηρίζει η Morgan Stanley σε έκθεση για τον κλάδο που ακολουθεί την επίσκεψη στελεχών της στη χώρας μας και σειρά ραντεβού με τις διοικήσεις των τραπεζών, την ΤτΕ, το ΤΧΣ και έναν διαχειριστή κόκκινων δανείων.

Οι προωθούμενες αλλαγές στο νόμο Κατσέλη αντιμετωπίζονται ευρέως ως θετικές, αλλά με μερικά μειονεκτήματα, σημειώνει. Στέκεται στο ότι τα όρια για ένταξη στο νέο σύστημα προστασίας θα είναι μειωμένα (εισάγοντας για παράδειγμα το ανώτατο όριο δανείου) αλλά από την άλλη επεκτείνεται καλύπτοντας και επιχειρηματικά δάνεια με εγγύηση πρώτης κατοικίας. Η κυβέρνηση παράλληλα σχεδιάζει να επιδοτήσει τη δόση κάτι που θα είναι θετικό για τις τράπεζες. Υπάρχει, όμως, αβεβαιότητα αναφορικά με τους κανόνες της ΕΕ για τον ανταγωνισμό. Σε κάθε περίπτωση τονίζει οι προσδοκίες είναι υψηλές για το θετικό αντίκτυπο που θα έχει η αναμόρφωση του νόμου Κατσέλη στις τράπεζες σε ότι αφορά τους στρατηγικούς κακοπληρωτές και την μείωση των NPEs.

Η Morgan Stanley καταγράφει θετικό πολιτικό μομέντουμ σε ότι αφορά την επιτάχυνση των λύσεων στα κόκκινα δάνεια αλλά τα σχέδια του ΤΧΣ και της ΤτE πρέπει να ξεπεράσουν ορισμένα εμπόδια.

Απαιτείται η έγκριση των ευρωπαϊκών θεσμών αλλά η εκτίμηση στην Αθήνα είναι ότι η προσοχή των τελευταίων είναι εστιασμένη στην δέσμευση που έχει αναλάβει η κυβέρνηση να αναμορφώσει τον ν. Κατσέλη, κάτι που παραμένει ως εκκρεμότητα.

Το σχέδιο της ΤτE. Σε ότι αφορά το σχέδιο της ΤτΕ εκτιμά ότι είναι περισσότερο ριζοσπαστικό έναντι αυτού του ΤΧΣ σε ότι αφορά τη συνολική μείωση των NPEs, καθώς σκοπεύει να αντιμετωπίσει το αμφιλεγόμενο πλαίσιο της χώρας σε ότι αφορά τα κεφάλαια και το οποίο είναι απαγορευτικό στην επιτάχυνση της μείωσης των κόκκινων δανείων. Το σχέδιο είναι σε πρώιμο στάδιο με το καλύτερο σενάριο να προβλέπει εφαρμογή του το 2020, όπως τουλάχιστον εκτιμά η αγορά. Πλέον της νομοθεσίας που θα πρέπει να αλλάξει το σχέδιο δεν έχει τεθεί υπόψη της DG Comp για έγκριση, ένα απαραίτητο βήμα για προχωρήσει περαιτέρω.

Δείτε επίσης:  Wood & Co: Αξίζουν καλύτερες αποτιμήσεις στις ελληνικές τράπεζες

Το σχέδιο του ΤΧΣ. Σχετίζεται με την εγγύηση από την πλευρά του δημοσίου ποσοστού των απωλειών που θα αντιμετωπίσουν οι τράπεζες από την μεταφορά των NPEs σε ένα SPV. Εχει ζητηθεί η έγκριση από την DG Comp και οι μέτοχοι είναι αισιόδοξοι ότι θα υπάρξει έγκριση εντός δυο μηνών, κάτι που υπονοεί ότι μπορεί να τρέξει το 2019. Δυο σημαντικά πλεονεκτήματα είναι: α) δεν χρειάζονται αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο. β) υπάρχει προηγούμενο από την ανάλογη κίνηση της Ιταλίας.

Ωστόσο επισημαίνει ο οίκος, η έγκριση του σχεδίου δεν είναι εγγυημένη, δεδομένου ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι είναι συμβατό με τις αρχές περί ανταγωνισμού της ΕΕ.

Η αγορά NPL στην Ελλάδα είναι ισχυρή. Οι τράπεζες έχουν μια «υγιή» σειρά πωλήσεων και εξετάζουν επίσης τις τιτλοποιήσεις. Η Eurobank θα είναι η πρώτη σε ότι αφορά τις τελευταίες με το χαρτοφυλάκιο Pillar (αναμένει δεσμευτικές προσφορές τον Απρίλιο). Μετά μια επιτυχημένη εκκίνηση της συναλλαγής θα ακολουθήσουν και άλλες τράπεζες. Δεν είναι ξεκάθαρο σε αυτό το σημείο πως η εφαρμογή του σχεδίου του ΤΧΣ θα επηρεάσει το χρονοδιάγραμμα των συναλλαγών, δεδομένου ότι το SPV στην θεωρία μπορεί να μειώσει το κόστος για τις τράπεζες που θα επιδιώκουν τέτοιες πρωτοβουλίες.

Oι εκλογές αναμένεται να αποτελέσουν θετικό καταλύτη. Ο επενδυτικός οίκος επισημαίνει ότι διίστανται οι απόψεις για το αν οι επερχόμενες εκλογές θα πραγματοποιηθούν την περίοδο των ευρωεκλογών τον Μάιο ή τον Οκτώβριο, όπως είναι προγραμματισμένο. Όπως αναφέρει, πολλά στελέχη με τα οποία συνομίλησε εκτιμούν πως αν κερδίσει τις εκλογές η Νέα Δημοκρατία, ο αντίκτυπος στο επενδυτικό κλίμα θα είναι θετικός.

Παραμένουν οι προκλήσεις για την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού. Ο ρυθμός της πιστωτικής ανάπτυξης περιορίζεται από το μέγεθος της οικονομικής ανάκαμψης, η οποία ως τώρα φαίνεται να είναι ήπια. Επιπλέον, το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς επιβαρύνεται από ιστορικά χρεοκοπιών, με τον ανταγωνισμό μεταξύ των τραπεζών για τους καλύτερους πελάτες να είναι σκληρός, τονίζει η Morgan Stanley.

Δείτε επίσης:  Τα τέσσερα σενάρια UBS για μετοχές και ομόλογα

Το τελικό συμπέρασμα

Είμαστε πεπεισμένοι, γράφει η Morgan Stanley ότι οι ελληνικές τράπεζες θα επιτύχουν τις δεσμεύσεις σε ότι αφορά την μείωση των κόκκινων δανείων την περίοδο 2019-21, ειδικά στην περίπτωση που ο νέος «ν. Κατσέλη» περάσει επιτυχημένα παράλληλα με το κυβερνητικό σχέδιο για επιδότηση δόσεων. Η αναμόρφωση θα ενθαρρύνει περισσότερους κόκκινους δανειολήπτες να αναδιαρθρώσουν τα δάνειά τους, ωστόσο για το αντίκτυπο στους ισολογισμούς των τραπεζών θα απαιτηθεί διάστημα τουλάχιστον 12 μηνών, δεδομένου ότι τόσο απαιτείται για να χαρακτηριστεί ένα κόκκινο δάνειο «εξυπηρετήσιμο». Σε ότι αφορά τα σχέδια για «bad banks», αυτό του ΤΧΣ είναι περισσότερο προχωρημένο αλλά το μέγεθος και οι όροι δεν είναι ξεκάθαροι και η ευρωπαϊκή έγκριση δεν είναι σίγουρη.

Τα προτεινόμενα σχέδια

Σχέδιο της Τράπεζας της Ελλάδος

Η ΤτE προτείνει ένα σημαντικό μέρος των NPEsμαζί με μέρος του αναβαλλόμενου φόρου (DTC) να μεταφερθούν σε ένα όχημα ειδικού σκοπού (SPV).

Στάδιο 1: Ποια είναι η αξία των NPEs που θα εισφέρουν οι τράπεζες;

Οι ελληνικές τράπεζες μεταφέρουν 40 δισ. ευρώ NPEs, μαζί με προβλέψεις 23,3 δισ. ευρώ και 7,4 δισ. ευρώ (DTC) στο SPV. Το DTC που μεταφέρουν οι τράπεζες «θα συνδυαστεί με πρόσθετες απώλειες, έτσι ώστε οι αποτιμήσεις αυτών των δανείων να προσεγγίσουν τις τιμές αγοράς», όπως η ΤτΕ δηλώνει. “Το DTC λειτουργεί της ουσίας ως πρόσθετο αποθεματικό, επιπλέον των 23,3 δισ. ευρώ προβλέψεων που μεταφέρουν οι ελληνικές τράπεζες, για να καλύψουν τις πρόσθετες ζημίες σε περίπτωση που προκύψουν. Από την πλευρά της τράπεζας, η μεταφορά του DTC αντιπροσωπεύει το κόστος μεταφοράς μεταξύ της λογιστικής αξίας των NPEs και του κόστους που αναλαμβάνουν οι ελληνικές τράπεζες. Στο ενδεικτικό παράδειγμα της Τράπεζας της Ελλάδος εκτιμάτε “μείωση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας CET1 κατά μέσο όρο 3%”.

Στάδιο 2: Ποια είναι η ελάχιστη αξία των senior bonds;

Από την πλευρά του δυνητικού αγοραστή των senior bods, τα κεφάλαια ύψους 7,4 δισ. ευρώ παρέχουν ένα μαξιλάρι έναντι πρόσθετων ζημιών στο χαρτοφυλάκιο των NPEs. Ως εκ τούτου, τα senior bonds θα μπορούσαν να δεχθούν μια περαιτέρω μείωση της τάξεως των 7,4 δις πριν απορροφούν ζημίες. Ως εκ τούτου, το χαρτοφυλάκιο NPEs ύψους 16,7 δισ. ευρώ (40 δισ. ευρώ NPEs μείον τις προβλέψεις) μπορεί να προβεί σε διαγραφές ζημιών από τις κατηγορίες των ομολόγων υψηλού επιπέδου έως τα 9,3 δισ. ευρώ. Τα 9,3 δισ. ευρώ συνεπώς αντιπροσωπεύει την ελάχιστη πραγματοποιθείσα αξία του χαρτοφυλακίου για τον δυνητικό αγοραστή των senior bonds. Σχετικά με το ακαθάριστο χαρτοφυλάκιο ύψους 40 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύει αξία στα 23,3 σεντς ανά ευρώ. Με μόνο ένα μεγάλο χαρτοφυλάκιο NPEs με εξασφαλίσεις έχει πωληθεί μέχρι στιγμής στην Ελλάδα, το Amoeba της Πειραιώς, με τιμή περίπου 30 σεντς στο ευρώ. Στο θεωρητικό υπολογισμό της Morgan Stanley, η σχετική τιμολόγηση της αγοράς είναι στα 21-22 σεντς ανά δολάριο.

Δείτε επίσης:  Νέες τιμές-στόχοι από την JP Morgan για τις ελληνικές τράπεζες

Σχέδιο του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας

Το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας σκέφτεται τη δημιουργία ενός συστήματος προστασίας περιουσιακών στοιχείων (APS) στην Ελλάδα. Ένα APS είναι ένα ασφαλιστικό σύστημα για την υποστήριξη των τραπεζών με υψηλά επίπεδα NPLs, όπου το κράτος προσφέρει να καλύψει ένα ορισμένο ποσό των ζημιών από τα παλαιότερα δάνεια, έναντι αμοιβής. Το πλεονέκτημα του APS για το ελληνικό δημόσιο είναι ότι δεν απαιτείται μια εκ των προτέρων εκταμίευση, ενώ οι τράπεζες μπορούν να αρχίσουν να επωφελούνται από την εγγύηση από την αρχή της προγράμματος, έναντι μια αμοιβής για την υπηρεσία. Το μειονέκτημα στην περίπτωση της Ελλάδας είναι το πρόγραμμα βασίζεται στην εμπιστοσύνη των συμμετεχόντων στην αγορά αναφορικά με την ικανότητα του κράτους να καλύψει τις εγγυήσεις. Το σχήμα του APS ήταν επιτυχές στην Ιταλία στο πλαίσιο του καθεστώτος GACS (Garanzia Cartolarizzazione Sofferenze), ωστόσο η αξιολόγηση του Ιταλικού Δημοσίου ήταν σε επενδυτική βαθμίδα, ενώ η Ελλάδα δεν είναι.

Πηγή

Μοιράσου το...