DBRS: Βελτιωμένη η εικόνα στις ελληνικές τράπεζες

Οι τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες έχουν θέσει φιλόδοξους στόχους για τη μείωση των μεγάλων αποθεμάτων μη εξυπηρετούμενων εκθέσεων (NPEs) και η DBRS θεωρεί πως η επιτυχής υλοποίηση των στόχων αυτών είναι κρίσιμης σημασίας για την αποκατάσταση των θεμελιωδών των τραπεζών. Εκτιμά επίσης πως οι τράπεζες σημειώνουν κάποια πρόοδο στην ενίσχυση των καθαρών κερδών και της κεφαλαιοποίησής τους.

Η DBRS αναφέρει πως η βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος θα βοηθήσει τις προσπάθειες των ελληνικών τραπεζών να πετύχουν τους στόχους τους για μείωση των NPEs. Όπως αναφέρει, η διαχείριση του υψηλού επιπέδου μη εξυπηρετούμενων εκθέσεων εξακολουθεί να αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για τις τέσσερις μεγάλες ελληνικές τράπεζες. Μέχρι σήμερα, οι τράπεζες έχουν βασιστεί κυρίως σε οργανικές λύσεις προκειμένου να μειώσουν το απόθεμα των NPEs τους, ωστόσο, πρόσφατα ενεργοποιούνται μη οργανικές λύσεις, με σημαντικές πωλήσεις ή και τιτλοποιήσεις να αναμένονται τους επόμενους μήνες.

Η βελτιούμενη τάση στην ποιότητα των assets έχει ως αποτέλεσμα την ενίσχυση των καθαρών κερδών τα τελευταία τρίμηνα, ενώ η κεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα έχει επίσης βελτιωθεί, με δ;yο τράπεζες να εκδίδουν τίτλους Tier 2 στα μέσα του 2019, σημειώνει.

Απαιτούνται διάφορα εργαλεία 

Σύμφωνα με την DBRS, η βελτίωση του οικονομικού κλίματος μαζί με τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις έχουν βοηθήσει την Ελλάδα να κινηθεί προς ένα πιο ομαλοποιημένο λειτουργικό περιβάλλον για τις τράπεζες. Η αναμενόμενη επιτάχυνση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, σε συνδυασμό με τα επεκτατικά μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής και τις προσανατολισμένες προς τις επενδύσεις πρωτοβουλίες που ανακοίνωσε η νέα κυβέρνηση, πιθανότατα θα στηρίξουν τη μελλοντική δυναμική ανάπτυξης. Αυτό, σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για βελτίωση της ποιότητας των assets, θα βοηθήσει προς την αποκατάσταση των θεμελιωδών των τεσσάρων ελληνικών συστημικών τραπεζών, δηλαδή της Alpha Bank, της Eurobank, της Εθνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Πειραιώς.

Η διαχείριση του υψηλού επιπέδου των μη εξυπηρετούμενων εκθέσεων (NPEs) εξακολουθεί να είναι η μεγαλύτερη πρόκληση των τεσσάρων τραπεζών, γράφει η DBRS. Στο τέλος Ιουνίου 2019, το συνδυασμένο απόθεμα NPEs των τραπεζών ανερχόταν σχεδόν σε 80 δισ. ευρώ, ή περίπου 43% των μεικτών δανείων τους, σε ενοποιημένη βάση.

Σύμφωνα με τους αναθεωρημένους στόχους που υπέβαλαν στον SSM τον Μάρτιο του 2019, οι τράπεζες στοχεύουν σε μείωση των επιπέδων NPEs τους κάτω των 60 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2019 και σε σχεδόν 25 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2021. Η σημαντική μείωση προβλέπεται να επιτευχθεί τόσο μέσω οργανικών όσο και μέσω μη οργανικών ενεργειών.

Δεδομένων των φιλόδοξων στόχων που έχουν τεθεί, η DBRS θεωρεί πως η επιτυχία και στα δύο μέτωπα είναι κρίσιμης σημασίας. Όπως επισημαίνει, τα τελευταία χρόνια οι τράπεζες σημείωσαν κάποια επιτυχία στη μείωση του αποθέματος των NPEs τους, από την κορυφή των 108 δισ. ευρώ τον Μάρτιο του 2016 στα τρέχοντα επίπεδα. Αυτό επιτεύχθηκε σε μεγάλο βαθμό μέσω ειδικών τμημάτων στις τράπεζες που χειρίζονταν τις οφειλές των πελατών, αν και το ρυθμιστικό και νομοθετικό πλαίσιο δεν ήταν πάντα υποστηρικτικό προς τις προσπάθειες αυτές. Ωστόσο, το νομικό πλαίσιο σταδιακά βελτιώνεται. Ένας νέος νόμος ψηφίστηκε για την προστασία της πρώτης κατοικίας, που θέτει αυστηρότερα κριτήρια για την υπαγωγή στο πλαίσιο προστασίας από τις κατασχέσεις. Αυτό αναμένεται να βελτιώσει τη νοοτροπία ως προς τις πληρωμές και να μειώσει τον αριθμό των στρατηγικών κακοπληρωτών στα στεγαστικά δάνεια.

Δείτε επίσης:  «Overweight» η Morgan Stanley στις ελληνικές μετοχές

Έχουν δημιουργηθεί πλατφόρμες ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και στηρίζουν τις ρευστοποιήσεις, αν και ένα ευμέγεθες μέρος των προγραμματισμένων δημοπρασιών δεν πραγματοποιείται· και ακόμα και όταν πραγματοποιούνται, οι τράπεζες τείνουν να αποκτούν τα ακίνητα για το δικό τους χαρτοφυλάκιο real estate. Το πλαίσιο αναφορικά με τη νομική προστασία των τραπεζικών στελεχών που χειρίζονται τις δανειακές αναδιαρθρώσεις και τη διαγραφή χρεών έχει ενισχυθεί, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για μια πιο επιθετική διαχείριση των NPEs. Έτσι, και με τη στήριξη του βελτιωμένου οικονομικού και επιχειρηματικού κλίματος, ο οργανικός σχηματισμός NPEs ήταν αρνητικός τα τελευταία τρίμηνα στους περισσότερους επιχειρηματικούς τομείς, με τις τράπεζες να ανακοινώνουν χαμηλότερες χρεοκοπίες και εκ νέου αθετήσεις πληρωμών.

Επιπλέον, οι τελευταίες εξελίξεις στην αγορά credit servicing, που αυτή τη στιγμή έχει 18 «παίκτες», δείχνουν πως η αγορά αυτή αποκτά δυναμική. Η DBRS θεωρεί πως η τάση προς το servicing από τρίτα μέρη είναι θετική για την επιτυχημένη εκτέλεση των τιτλοποιήσεων και την επενδυτική ζήτηση, και πως είναι εμφανής μια τάση να μπαίνουν στην ελληνική αγορά μεγαλύτεροι «παίκτες».

Τον Ιούνιο του 2019 η Τράπεζα Πειραιώς ανακοίνωσε μια μακροχρόνια στρατηγική συνεργασία με την Intrum για τη διαχείριση NPEs και περιουσιακών στοιχείων real estate 28 δισ. ευρώ (σε ενοποιημένη βάση) μέσω δυο νεοϊδρυθέντων εταιρειών servicer. Αν και η Πειραιώς θα διατηρήσει όλα τα assets και τους κινδύνους στον ισολογισμό της, ενώ θα επωμιστεί και τα κόστη που σχετίζονται με αυτή τη συμφωνία servicing δανείων, η DBRS θεωρεί πως η συμφωνία αυτή θα δώσει τη δυνατότητα στη διοίκηση της Τράπεζας Πειραιώς να επικεντρωθεί και πάλι στις βασικές λειτουργικές τραπεζικές δραστηριότητες.

Η Eurobank έχει επίσης ανακοινώσει μια συμφωνία αποκλειστικότητας με την PIMCO, στο πλαίσιο της οποίας η δεύτερη θα γίνει στρατηγικός επενδυτής στην FPS, την εταιρεία servicing της Eurobank, με τη δεσμευτική συμφωνία να αναμένεται μέχρι το τέλος του γ’ τρίμηνου. Επιπλέον, η αυξημένη διατραπεζική συνεργασία στο «μέτωπο» των NPEs έχει ως αποτέλεσμα οι τέσσερις τράπεζες να ενώνουν τις δυνάμεις τους με την doValue για τη διαχείριση των NPEs περισσοτέρων από 300 ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με ονομαστική αξία περίπου 1,8 δισ. ευρώ, από τον Ιούλιο του 2018.

Δείτε επίσης:  UBS: Crash test σε Ελλάδα και τέσσερις χώρες για τη ρωσική εξάρτηση

Εξίσου σημαντικό, σύμφωνα με την DBRS, είναι πως ενεργοποιούνται και μη οργανικές λύσεις για τη μείωση του αποθέματος των NPEs, όπως οι πωλήσεις και τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs). Η DBRS αναγνωρίζει πως για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων και οι χαμηλές τιμές προσφοράς ή η δυνητική επίπτωση στα επίπεδα κάλυψης ρευστότητας, οι τράπεζες μέχρι σήμερα εμφανίζονται σχετικά προσεκτικές στην πώληση μεγάλων χαρτοφυλακίων NPEs. Έχοντας ξεκινήσει στα τέλη του 2017 με την πώληση μικρών χαρτοφυλακίων, με υψηλές προβλέψεις και κυρίως χωρίς εξασφαλίσεις, κατά τη διάρκεια του 2018 οι τράπεζες ολοκλήρωσαν τις πωλήσεις χαρτοφυλακίων δανείων με και χωρίς εξασφαλίσεις, προς 5,8 δισ. ευρώ συνδυαστικά, με τα περισσότερα εξ αυτών είτε να αυξάνουν τα κεφάλαια ή να είναι κεφαλαιακά ουδέτερα.

Επιπλέον ευμεγέθεις συναλλαγές αναμένεται να ολοκληρωθούν μέχρι το τέλος του 2019. Η Eurobank αυτή τη στιγμή υλοποιεί μια τιτλοποίηση NPEs διαφόρων assets, ύψους περίπου 7,5 δισ. ευρώ, έχοντας ήδη ολοκληρώσει τον Ιούνιο μια τιτλοποιίηση στεγαστικών NPEs ύψους περίπου 2 δισ. ευρώ. Η Εθνική Τράπεζα ανακοίνωσε πρόσφατα συμφωνίες για την πώληση χαρτοφυλακίων NPE με συνολικά αρχικά κεφάλαια 2,1 δισ. ευρώ, ενώ η Αlpha Βank στοχεύει σε πωλήσεις NPEs 3,7 δισ. ευρώ και η Πειραιώς 1 δισ. το β’ εξάμηνο του 2019.

Τους τελευταίους μήνες, οι ελληνικές και ευρωπαϊκές αρχές εξετάζουν δύο προγράμματα προκειμένου να δοθεί συστημική λύση στα υψηλά επίπεδα των NPEs που αντιμετωπίζει ο ελληνικός τραπεζικός κλάδος και η DBRS θεωρεί πως η εφαρμογή οποιουδήποτε εκ των δύο αυτών προγραμμάτων θα ενισχύσει τις προσπάθειες των τραπεζών. Το πρώτο πρόγραμμα, που έχουν προτείνει το υπουργείο Οικονομικών και το ΤΧΣ, περιλαμβάνει τιτλοποιήσεις χαρτοφυλακίων NPE με κρατικές εγγυήσεις για τα senior tranches, όμοιες με το ιταλικό μοντέλο GACS. Οι λεπτομέρειες αυτού του APS πιθανόν θα ανακοινωθούν σύντομα, με την εφαρμογή να αναμένεται εντός του 2019. Το δεύτερο πρόγραμμα, που έχει προταθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος και δεν έχει δοκιμαστεί ποτέ ξανά, στοχεύει στη μείωση της αναλογίας των NPEs σε μονοψήφιο αριθμό εντός των επόμενων δύο-τριών ετών. Αυτό το πρόγραμμα περιλαμβάνει τη μεταφορά των NPEs των τραπεζών, καθώς και μέρους του αναβαλλόμενου φόρου τους, σε ένα όχημα ειδικού σκοπού, που θα χρηματοδοτηθεί μέσω τιτλοποιήσεων. Η πρόοδος μέχρι στιγμής φαίνεται περιορισμένη, ωστόσο εάν εγκριθεί η εφαρμογή του προγράμματος αυτού θα είχε ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί η κεφαλαιακή δομή των τραπεζών, που επί του παρόντος είναι αδύναμη.

Δείτε επίσης:  UBS: Γιατί το ράλι στις αγορές μετοχών θα είναι βραχύβιο

Ενισχυμένα μετά προβλέψεων κέρδη και κεφαλαιοποιήσεις

Τα έσοδα και των τεσσάρων τραπεζών βρίσκονταν υπό πίεση κυρίως ως αποτέλεσμα της απομόχλευσης, ενώ οι βάσεις κόστους των τραπεζών εξακολουθούν να επηρεάζονται από έκτακτα στοιχεία. Ωστόσο, η βελτίωση της τάσης στην ποιότητα των assets και, συνεπώς, τα χαμηλότερα επίπεδα επιβαρύνσεων απομειώσεων, είχαν ως αποτέλεσμα οι τράπεζες να εμφανίσουν ενισχυμένα καθαρά κέρδη τα τελευταία τρίμηνα. Η πιστωτική ανάπτυξη φαίνεται πως αναζωπυρώθηκε, ιδιαίτερα στην εταιρική πλευρά και αυτό, σε συνδυασμό με τη βελτίωση τόσο στις καταθέσεις όσο και στα κόστη χρηματοδοτήσεων χονδρικής, αναμένεται να στηρίξουν περαιτέρω τα καθαρά έσοδα από τόκους, που αποτελούν βασικό στοιχείο αύξησης των εσόδων των τραπεζών. Δεδομένου ότι δεν αναμένονται ουσιαστικά έκτακτα στοιχεία τα επόμενα τρίμηνα, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των σχεδίων αναδιάρθρωσης των τραπεζών έχει πλέον ολοκληρωθεί, η DBRS αναμένει οι τράπεζες να επιστρέψουν στην κερδοφορία βραχυμεσοπρόθεσμα.

Η αποκατάσταση της καθαρής κερδοφορίας θα επιτρέψει, επίσης, στις τράπεζες να διατηρήσουν επαρκή επίπεδα κεφαλαίων. Αυτή τη στιγμή, οι τέσσερις τράπεζες έχουν επαρκή «μαξιλάρια» έναντι των ελάχιστων ρυθμιστικών απαιτήσεων. Δεδομένης της περιορισμένης ικανότητας των τραπεζών τα τελευταία χρόνια να δημιουργήσουν κεφάλαια εσωτερικά, οι τράπεζες προσπαθούσαν να στηρίξουν το κεφαλαιακό προφίλ τους με ενέργειες όπως τα μέτρα αποδοτικότητας του κόστους και η πειθαρχημένη κατανομή κεφαλαίων. Ωστόσο, η DBRS θεωρεί πως οι ενέργειες αυτές μπορούν να αποφέρουν περιορισμένα αποτελέσματα, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον χαμηλής ανάπτυξης. Έτσι, η DBRS θεωρεί ως σημαντικό ορόσημο για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο το ότι στα μέσα του 2019 η Εθνική Τράπεζα και η Τράπεζα Πειραιώς κατάφεραν να εισέλθουν και πάλι στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου με την έκδοση τίτλων Tier 2 400 εκατ. ευρώ έκαστη. Τα έσοδα συνέβαλαν 100 μ.β. και 85 μ.β. στoυς δείκτες κεφαλαίου της Εθνικής και της Πειραιώς αντίστοιχα. Οι δείκτες κεφαλαίου της Εθνικής αναμένεται να ενισχυθούν περαιτέρω μόλις ολοκληρωθούν οι διάφορες αποεπενδύσεις που έχουν ανακοινωθεί. Η Πειραιώς, από την πλευρά της, αναμένει θετική επίπτωση περίπου 75 μ.β. από τη συμφωνία με την Intrum, και αυτό θα της δώσει τη δυνατότητα να αυξήσει το «μαξιλάρι» της έναντι των ελάχιστων ρυθμιστικών απαιτήσεων.
 

Πηγή

Μοιράσου το...